Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

Στο Μετρό


Κάθονται στο απέναντι μου κάθισμα. Ένας άντρας και μια γυναίκα γύρω στα 45. Φοράνε ρούχα σινιέ και φαίνονται αεράτοι. Κουβεντιάζουν μεγαλόφωνα με αυτή την άνεση που δίνει στις μεγαλουπόλεις η ανωνυμία του πλήθους. Είναι αργά το μεσημέρι. Μόλις έχουν σχολάσει και πρέπει να είναι στην ίδια δουλειά. Μάλλον Δημόσιο. Στελέχη ίσως με πόστα και καλούς μισθούς. Πτυχία πανεπιστημίου. Σχολιάζουν κάποια συνάδελφο τους:
-- Ακούς ρε συ τι έγινε σήμερα με τη Μαρία;
-- Τι; Ρωτάει ο άνδρας.
-- Της έπεσε από την τσάντα ένα χάπι που δεν το πρόσεξε.
-- Και λοιπόν;
-- Το πήρε κρυφά ο Θανάσης. Και κάποια στιγμή που αυτή βγήκε, μας είπε πως είναι φάρμακο για σχιζοφρένεια! Ξέρει αυτός από φάρμακα.
-- Σοβαρά μιλάς;
-- Ναι ρε συ. Άκου ρε γαμώτο εξήγηση! Τόσο καιρό να μην ξέρω τίποτα! Να κάνουμε παρέα να είναι η άλλη σχιζοφρενής να κινδυνεύω ανά πάσα στιγμή και αυτή ούτε κουβέντα. Το φαντάζεσαι δηλαδή;
-- Ναι έχεις δίκιο!
Συμφωνεί ο μαλάκας και συνεχίζουν απτόητοι το φρικαλέο διάλογο τους. Και εγώ να ψάχνω μέσα μου να βρω που βρίσκομαι; Μήπως και βλέπω κάποιο όνειρο; Είχανε μετρό και στο μεσαίωνα; Αναρωτιέμαι. Μια διαφημιστική αφίσα απέναντι στο πλέξι-γκλας με βγάζει αμέσως από το δίλλημα: …τόσες Μαρτίου 2009. Αρχές του 21ου αιώνα μ.Χ. και τόσο σκοτάδι! Τέτοιος κοινωνικός ρατσισμός για το συνάνθρωπό τους! Μια ψυχούλα που ανασαίνει δίπλα τους. Μια ψυχούλα μέσα στην άβυσσο που παλεύει να κρατηθεί από κάπου. Παίρνει ένα χάπι για ν’ αντέξει. Ακόμη και σωστή να ήταν η «γνωμάτευση» του και «γιατρού» λαθρόχειρος Θανάση! Σκεφτείτε τη «γνωμάτευση» να έλεγε: πως είναι χάπι για το AIDS! Σκεφτείτε αν μπορείτε εσείς γιατί εγώ μόνο τρομάζω. Τρομάζω από αυτό το ρατσισμό γιατί ωχριά μπροστά του ο άλλος. Ο φυλετικός. Σκεφτείτε εσείς γιατί είμαι ακόμη θολωμένος. Ακόμη όπως εκείνη τη στιγμή που δεν μπορούσα και σηκώθηκα. Ήθελα να τους χαστουκίσω αυτούς τους «μορφωμένους» υποτίθεται που μεγαλώνουν και παιδιά!! Σφόδρα ποθούσα μέσα μου να τους αστράψω δυο χαστούκια! Μα τράβηξα χέρι και κατέβηκα στην πρώτη στάση. Κατέβηκα να πάρω μια ανάσα. Λίγο αέρα μέσ’ στη σήραγγα! Μέσα στο τούνελ!

Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

ΘΑ ΣΑΣ ΠΩ ΕΝΑ ΜΥΣΤΙΚΟ !!!


Μόνο ελάτε πιο κοντά μη μας ακούσουν! Υπάρχει και αδίκημα «περί διασποράς ψευδών ειδήσεων», να μείνει μεταξύ μας δηλαδή. Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Η οικονομική κρίση, που στην Ελλάδα θα γίνει πιο αισθητή προς το τέλος του χρόνου, ήρθε για να μείνει! Δεν βλέπετε οι «μανούλες» της ΕΕ και των ΗΠΑ που το πάνε λάου-λάου για να μην τρομάξουν τον κοσμάκη; Όλο επί τα χείρω οι προβλέψεις τους αλλά με δόσεις σιγά-σιγά! Το τέλος του 2009 τώρα έχει γίνει τέλος του 2010 και όλο θα πηγαίνει πάρα πέρα και πάρα πέρα γιατί και αυτοί δεν ξέρουν τι να κάνουν.
Και λέω ότι θα μείνει η κρίση για πολλά χρόνια γιατί όπως όλοι τώρα έχουμε καταλάβει: δεν πρόκειται για κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος όπως μας έλεγαν στην αρχή –ίσα ίσα που οι τράπεζες με το πλαστό χρήμα τα δάνεια και τις κάρτες, καθυστέρησαν την εκδήλωση του φαινομένου για κάποια χρόνια- πρόκειται καθαρά και ξάστερα για κρίση που οφείλεται στη δραματική μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων.
Κάτι που ξεκίνησε από τις αρχές του ’90, τότε που κατέρρευσε το σοβιετικό μπλοκ και άνοιξαν τα σκλαβοπάζαρα της ανατολής μαζί με την όρεξη του αδηφάγου κεφαλαίου, γνωστά πράγματα τώρα αυτά να μην σας κουράζω! Έλα όμως που αυτό κουβαλάει μέσα του και τη γνωστή αντίφαση: αύξηση παραγωγής αγαθών + μείωση αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων = την κάτσαμε τη βάρκα!!!!
Είναι δηλαδή, από άποψη αγοραστικής δύναμης, μετά τις φούσκες των δανείων και των καρτών, σαν να βουλιάξαμε απότομα και να βρεθήκαμε 40 με 45 χρόνια πίσω. Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60!!!! Εκεί βρίσκεται σήμερα η αγοραστική δύναμη των νέων εργαζομένων και των νέων αντρόγυνων. Μην μπερδεύεστε με τους γονείς και τους παππούδες που είναι πιασμένοι ακόμη από μαστάρια παχέων αγελάδων και βοηθάνε τα παιδιά και τα εγγόνια, τους παίρνουν αυτοκίνητα και σπίτια. Αυτά τελειώνουν σιγά-σιγά και έρχεται από πίσω η μαρμάγκα!
Και με δεδομένο ότι η εργοδοσία δεν είναι πονόψυχη για να αυγατίσει τους μισθούς, άσε που καλόμαθε κιόλας τα τελευταία χρόνια, και από την άλλη η εξουσία που με τόση ευκολία αφαιρούσε τα εργατικά δικαιώματα δεν έχει καμία πρόθεση να τα επαναφέρει, θα αργήσει νομίζω να φανεί από αυτή τη μεριά στον ορίζοντα κάποια αχτίδα!
Όσον αφορά την άλλη δυνατότητα που υπάρχει, αυτήν της εξέγερσης και της πίεσης από τα κάτω, δεν μπορεί να είναι κανείς και τόσο αισιόδοξος με τέτοια χειραγώγηση που δέχεται από τα ΜΜΕ το μυαλό του κοσμάκη! Έφτασαν μάλιστα πολλοί κάτω από τις υλακές των τσακαλιών της μικρής οθόνης να έχουν δαιμονοποιήσει τα νέα παιδιά που βγαίνουν στο δρόμο από την αδικία! Τα νέα παιδιά μας που κάποιοι μάλιστα στην Ευρώπη τα ζηλεύουν! Σήμερα η Καθημερινή έχει έρευνα στην οποία το 60% αυτών που ρωτήθηκαν θέλουν το τσάκισμα αυτών των παιδιών με σκληρότερους νόμους. Πολλοί από αυτούς ίσως να πιστεύουν ότι με τα τηλεχειριστίρια στο χέρι και κλάνοντας –ω συγνώμη! ψηφίζοντας πασοκ ήθελα να πω- από τους καναπέδες θα αλλάξουν τα πράγματα!!!! Άσε μη δούμε και τα χειρότερα με τίποτα ξενοφοβίες και ρατσισμούς!!
Αλλά ψυχραιμία! Γιατί θα σας πω τώρα και ένα άλλο μυστικό, και αυτό μεταξύ μας: Δεν θα ‘ναι και τόσο άσχημα στο ’60. Θα έχει το πράγμα και τα καλά του! Αυτά που βλέπουμε στα ασπρόμαυρα ελληνικά έργα και τα νοσταλγούμε εμείς οι παλιοί που τα ζήσαμε, αυτά που θαυμάζουν οι νέοι. Γιατί ναι μεν το ρεπερτόριο μπορεί να αρχίζει τώρα κάπως άσχημα με το «Νόμο 4000» αλλά θα έρθουν και οι Σταυρίδηδες οι Βέγγοι και οι Γκιωνάκηδες. Θα έρθει και ο Ηλιόπουλος: «βάζω τα σπίρτα βάζεις τα τσιγάρα;», και η Γεωργία Βασιλειάδου: «είμαστε πολύ πτωχοί, βρε παιδί μου, τόσο πολύ που δεν συμφέρει».
Θα έρθουν και τα πάρτυ ρεφενέ. Οι δοσατζήδες. Οι τσαγκάρηδες. Τα ταβερνάκια. Γίγαντες στο φούρνο και κεφτέδες στου Θανάση. Κοκκινιστό μοσχάρι με πατάτες στου Μανώλη. Κρασί με το κατρούτσο. Φέτα τυρί. Σαλάτα εποχής. Φαί με 5 ευρώ το άτομο μαζί με το κρασί και όχι με τα 50 και χωρίς, που γράφουν οι νενέλες για τα κωλοπιασάδικα στα athens voice και στα lifo. Θα απαλλαγούμε και από τις φίρμες που έγραφα στο τελευταίο post. Θα απαλλαγούμε από πολλά αγαπητοί μου συμπλογκίτες. Από πολλά εκτός της τηλεόρασης, γαμώ το μου γαμώ, που δεν έχω αίσιο τέλος για να κλείσω!

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΠΩΝΥΜΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ




Μέρα με τη μέρα όλο και βλέπουμε τις τιμές να πέφτουν. Πιο πολύ βέβαια στα είδη ένδυσης και υπόδησης και λιγότερο σε αυτά της διατροφής. Και δεν είναι μόνο το ότι πρυτανεύει σε αυτές τις στιγμές κάποια ιεράρχηση των αναγκών και τα πρώτα που την πληρώνουν είναι τα ρούχα και τα παπούτσια, είναι και τα τεράστια περιθώρια κέρδους που έχουν τα είδη αυτά σε σχέση με άλλα προϊόντα της αγοράς.
Ιδίως τα επώνυμα από αυτά, αποτελούν την επιτομή του σκανδάλου! Και αν για την αιτία της κρίσης μιλήσαμε για φούσκες των τραπεζών και άλλα παρόμοια, εδώ να δείτε τι γίνεται! Χάσματα μεταξύ κόστους και τιμής καταναλωτή που μόνο η αστροφυσική μπορεί να μετρήσει.
Γνωστό μου πρόσωπο που ξέρει καλά το χώρο του υποδήματος, μου έλεγε τις προάλλες ότι ένα ζευγάρι ΝΙΚΕ φεύγει από την Κίνα με τιμή κάτω των 5 ευρώ και φτάνει στον καταναλωτή πάνω από 150!!! Ενώ στα ALL STAR της CONVERSE τα πράγματα είναι πιο σκανδαλώδη: Κάτω από 1 ευρώ η τιμή τους στην Κίνα και πάνω από 60 ευρώ σε Ευρώπη και Αμερική!
Το περίεργο βέβαια είναι που τα επώνυμα –και στα ρούχα εννοείται γιατί και εκεί τα ίδια γίνονται- κρατάνε ακόμη. Πολύ μικρές οι εκπτώσεις τους και μόνο μέσα από το διαδίκτυο τον τελευταίο καιρό βρίσκει κανείς κάποιες ενδιαφέρουσες μειώσεις.
Η λέξη «περίεργο» βέβαια εδώ δεν κυριολεκτεί και μπαίνει για να δηλώσει το αξιοσημείωτο του πράγματος που μόνο περίεργο δεν είναι. Γιατί είναι γνωστή η εξάρτηση των καταναλωτών από αυτά τα σύμβολα και τις μάρκες. Σε τέτοια παυλοφική ένταση μάλιστα αντανακλαστικών που μόνο με εθισμούς πρεζονιών σε ηρωίνη μπορεί κάποιος να τη συγκρίνει. Ας είναι καλά η διαφήμιση, αυτή η σύγχρονη γκεμπελική διαστροφή του μυαλού μας!
Πάρτε για παράδειγμα μια φίρμα που προανέφερα: τη ΝΙΚΕ. Είναι πρωτοφανής η περίπτωση της! Είναι η πρώτη εταιρία στην ιστορία του παγκόσμιου εμπορίου που κατάργησε το λογότυπο της! Δεν γράφει τίποτα, βάζει μόνο το σήμα της αυτό το κάτι σαν V καλλιγραφικό και γαμάει με το συμπάθιο αγαπητοί αναγνώστες! Αν πας π.χ. σε κάποιο χωριό της Μογγολίας και τους δείξεις αυτό το σήμα μαζί με το σήμα του σταυρού, μόνο εκείνο της ΝΙΚΕ θα αναγνωρίσουν!
Είθε, η κρίση λοιπόν που απλώνεται σαν τυφώνας, μαζί με τα τόσα αρνητικά της να κάνει και ένα καλό: να σπάσει επιτέλους και αυτές τις «επώνυμες φούσκες» αυτές τις φλύκταινες που ταλανίζουν επί χρόνια την αγορά!

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009

ΤΡΕΙΣ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΕΚΕΜΒΡΗ




Στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», αυτό το κάλεσμα για εξέγερση του παγκόσμιου προλεταριάτου που διατύπωσαν στα 1848 ο Μάρξ και ο Έγκελς, υπήρχε κάπου εκεί προς το τέλος η φράση: Οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν σε αυτήν τίποτε άλλο, εκτός από τις αλυσίδες τους.
Η φράση αυτή ιστορικά δικαιώθηκε από τους μαζικούς αγώνες που ξέσπασαν μετά σε Αμερική και Ευρώπη και την κοινωνική αναταραχή που προκλήθηκε με μεγάλο κέρδος για τους εργαζόμενους: την 8ώρη εργασία, την κοινωνική ασφάλιση και αλληλεγγύη.
Δυστυχώς σήμερα οι εργαζόμενοι νομίζουν ότι έχουν ακόμη να χάσουν πολλά. Και αυτό τους κάνει πιο μαζεμένους και ευάλωτους απέναντι στην αδηφάγα εργοδοσία. Σκύβουν πιο εύκολα το κεφάλι. Βλέπουμε έκπληκτοι ξαφνικά να βγαίνουν στο δρόμο εργάτες απλήρωτοι για 8 μήνες. Κάνουν υπομονή δεν μιλάνε. Γιατί οι αλυσίδες πλέον που τους κρατάνε δεν είναι εκείνες οι παλιές και οι εμφανείς. Τώρα υπάρχουν τα δάνεια και οι κάρτες. Τρέχουν οι άνθρωποι και δεν φτάνουν, από δουλειά σε δουλειά, για να κρατήσουν μια επίπλαστη ευημερία με αντάλλαγμα τη σκλαβιά τους.
Ενώ στην ουσία χαθήκανε όλα αυτά που κερδήθηκαν με αγώνες και αίμα . Δεν υπάρχει 8ωρο πλέον, το 10ωρο είναι το μίνιμουμ σε κάποιες δουλειές και για τις πωλήτριες το 9πμ – 9μμ είναι πια ο κανόνας ενώ η υπερωρία κατάντησε άγνωστη λέξη. Αφήστε που ο συνδικαλισμός εκτός δημοσίου μοιάζει με μαύρο ανέκδοτο. Κοιτάξτε την περίπτωση Κούνεβα.
Κοιτάξτε τώρα και τη MIG που έβγαλε ανακοίνωση για επάνδρωση της Ολυμπιακής. Από την αρχή όλα και με 710 Ευρώ μικτά οι μισθοί. Και σε νέες βάσεις παρακαλώ: υπογραφή Εργασιακής Ειρήνης, όπερ εστί μεθερμηνευόμενο: δούλεψε σκλάβε και μη μιλάς!
Και αν βάλουμε από πάνω και τη διαφθορά της εξουσίας τη βία και την καταστολή το πράγμα βαραίνει πλέον πολύ.
Και ξαφνικά το Δεκέμβρη -έγινε αυτό που ιστορικά έχει γίνει χιλιάδες φορές, όταν δηλαδή τα πράγματα έχουν φτάσει στο μη περαιτέρω και η μεγάλη μάζα της κοινωνίας αδρανεί μπαίνουν μπροστά οι νέοι- βγήκαν δηλαδή τα παιδιά και με αφορμή το θάνατο του Αλέξη είπαν: δεν πάει άλλο! Λίγο βίαια, βέβαια, αλλά έτσι γίνονται αυτά τα πράγματα, δεν βγήκαν να πουν τα κάλαντα!
Στην αρχή μίλησαν πολλοί για το δίκαιο του αγώνα τους αλλά σιγά-σιγά άρχισε ένας κιτρινισμός από τα ΜΜΕ που βοηθούμενα από δηλώσεις «πνευματικών ανθρώπων» και θέσεις κομμάτων όπως το ΚΚΕ (η ιδρυτική του διακήρυξη στηρίζεται στο μανιφέστο που αναφέραμε πιο πάνω), έφτασαν στη συκοφάντηση όλης αυτής της μεγαλειώδους αντίστασης. Με μοτο όχι στη βία. «Ειρηνικά και κόσμια πράγματα» σου λέει ο άλλος και από μέσα του σκέφτεται «πως θα απολαύσουμε τα λεφτά μας μωρέ παιδί μου με βιαιότητες;»
Πρώτος άνοιξε το χορό ο «και με το χωροφύλαξ και με τον αστυφύλαξ» και τιμηθείς προσφάτως ως άντρας του 2008 από βραβεία γνωστών αλλαξοκωλίων: Λάκης Λαζόπουλος. Που έσπευσε αμέσως να εκμεταλλευτεί το timing και να κάνει σχετική εκπομπή «μπράβο στα παιδιά!», στα 2/3 της οποίας όμως αναλώθηκε να δείχνει τους εγκάθετους της αστυνομίας, λες και αυτό ήτανε κάτι καινούργιο! Από καταβολής αστυνομίας υπάρχουν οι εγκάθετοι της και οι χαφιέδες της. Η προβολή τους όμως με επιμονή δημιουργεί στον κόσμο φοβίες και συνειρμούς συκοφάντησης των εξεγερμένων παιδιών.
Έτσι τώρα «παραδομένοι στη σφήκα και το ξυνόχορτο» «άβουλοι μοιραίοι όλοι αντάμα» κυλιόμαστε πάλι στο βούρκο του δικομματισμού ενώ η λαίλαπα της κρίσης χτυπά εκκωφαντικά στα παραθυρά μας!
Θα βγούνε όμως τα παιδιά πάλι στο δρόμο! Και αυτή τη φορά δεν ξέρω πόσα και πως.

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

ΣΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ



H MΑΤΟΥΛΑ



Τη Ματούλα τη γνώρισα στο Ρέθυμνο το ’72. Με τη φράση αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να ξεκινάει μια νουβέλα αισθηματικού περιεχομένου, ακόμη και ένα διήγημα τέτοιο. Ή γιατί όχι; Και ένα μυθιστόρημα με πλοκή και απρόβλεπτες εξελίξεις, ίντριγκες και υποχθόνια πάθη με αλλεπάλληλους φόνους μέσα σε αυτήν την υποβλητική ατμόσφαιρα του βενετσιάνικου κάστρου, των μιναρέδων και των στενών σοκακιών, όπως συμβαίνει άλλωστε και στο βιβλίο της Γιαννακάκη.
Θα μπορούσε, λέω, γιατί η πρόταση είναι ανοιχτή ακόμη. Δεν έχει αποσαφηνίσεις και προσδιορισμούς. Ότι η Ματούλα ήτανε πουτάνα, δηλαδή, και εγώ στρατιώτης. Οπότε πάμε αυτόματα στο ανηφορικό δρομάκι κάτω από τη Φορτέτσα με τα δυο μπορντέλα. Το άλλο –το πρώτο όπως ανεβαίναμε- ήτανε της Τζένης. Αλλά και το ρήμα «γνώρισα» στερείται βάθους και συντακτικής μόνο αξίας τυγχάνει αφού είναι γνωστό το γρανιτένιο κέλυφος που περιβάλλει αυτές τις ψυχούλες.
Σε πρώτο πρόσωπο μάλιστα: «γνώρισα», μόνο ένας τότε θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει. Ο δεκανέας Μπαράχος. Που ήτανε και η μεγάλη αγάπη της. Όχι μόνο δεν του έπαιρνε χρήματα, τον χαρτζιλίκωνε κι’ από πάνω! Της υποσχότανε γάμο μετά το στρατό. Όταν απολύθηκε της είπε ότι θα πήγαινε για λίγες μέρες στο χωριό του, θα τακτοποιούσε τα χαρτιά και το σπίτι και αμέσως μετά θα ερχότανε να την πάρει. Θα της έγραφε κάθε μέρα της υποσχέθηκε. Αλλά γράμμα δεν ήρθε. Είχε περάσει κοντά ένας χρόνος και ούτε φωνή ούτε ακρόαση ο Μπαράχος. Δεν είχε διεύθυνση του. Μακεδονία ήξερε μόνο.
Εμείς οι άλλοι –όσοι από το Λόχο Διοικήσεως είχαμε έξοδο- απλώς πηγαίναμε στη Ματούλα. Και όχι για τους ευνόητους λόγους. Γιατί η Ματούλα ήτανε μεγάλη. Πρέπει να πλησίαζε τότε τα πενήντα. Κοντούλα και στρουμπουλή σαν μπαλόνι. Φορούσε διάφανο μπέιμπυ-ντολ με χρωματιστά εσώρουχα και από πάνω μια μαύρη βελούδινη ρόμπα με ζώνη. Είχε έντονα βαμμένα χείλη και νύχια. Και όταν μιλούσε έδειχνε να έχει ένα πρόβλημα με κάποιο μασελάκι ή γέφυρα. Είχε ένα σπιτάκι με ένα μικρό σαλόνι μια κουζινίτσα απ’ τη μια μεριά και μια κρεβατοκάμαρα απ’ την άλλη. Στη μέση ένα μαγκάλι με κάρβουνα και γύρω-γύρω καρέκλες.
Μας έψηνε πάντα καφέ και μας έδινε κουλουράκια. «Τα έφτιαξα με τα χεράκια μου» μας δήλωνε με περηφάνεια. Και γι’ αυτό πηγαίναμε. Ιδίως τις νύχτες του χειμώνα που ήταν μεγάλες. Δεν περνούσε η ώρα με τίποτα και έκανε κρύο. Αυτή από τη μεριά της μας πρόσεχε με μια κρυφή λαχτάρα: μήπως και μάθει κάτι για τον Μπαράχο. «Μάθατε κανα νέο από το Μπαράχο μου; Πήρατε γράμμα του;» Ρωτούσε με λαχτάρα όταν πηγαίναμε. Απαντάγαμε αρνητικά παρ’ όλο που ξέραμε ότι αλληλογραφούσαν με τον επιλοχία.
«Ξέρω ρε μπαγάσηδες ότι το 50άρι το δίνουτε στη Τζένη!». Μας έλεγε χαμογελαστή και έπεφτε μέσα. Γιατί η Τζένη ήτανε νέα λεπτή και ψηλή με μακριά μαλλιά σαν την Έλενα Ναθαναήλ που έπαιζε τότε στις ονειρώξεις μας. Παρ’ όλο που ήτανε στριμμένο άντερο και όλο μας μάλωνε: να κάνουνε γρήγορα, να μη μιλάμε να μην της πιάνουμε τα στήθια και την ώρα της συνουσίας έμενε τελείως ακίνητη και γύριζε το κεφάλι της στο πλάι με μια έκφραση αηδίας!
«Δεν πειράζει όμως» συνέχιζε η Ματούλα «να είναι καλά οι κτηνοτρόφοι και οι ζωοκλέφτες που με πληρώνουνε διπλά». Και εμείς καταλαβαίναμε ότι αυτούς θα τους έδιωχνε λόγω οσμής η Τζένη. «Έχετε χάρη που σας συμπαθώ ρε παλιόπαιδα γιατί μου θυμίζετε τον Μπαράχο μου!» συμπλήρωνε πάντα. Και μας διηγόταν ιστορίες γύρω από το μαγκάλι. Μας έλεγε ότι είχε κάνει και στην Τρούμπα του Πειραιά και ότι είχε αγαπήσει έναν μηχανικό του εμπορικού ναυτικού που της είχε τάξει ότι θα έβγαινε στην Αμερική και θα της έκανε πρόσκληση αλλά χάθηκε και αυτός. Ποτέ δεν μας έλεγε κάτι για την καταγωγή της. Που γεννήθηκε και που μεγάλωσε. «Από την Πελοπόννησο» απάντησε μια φορά που τη ρώτησε κάποιος από πού κατάγεται. Χωρίς να προσθέσει οποιαδήποτε άλλη πληροφορία.
Πιο πολύ μας μιλούσε για τον Μπαράχο που μόνο οι πολύ παλιοί τον είχαν προλάβει. Το πόσο λεβέντης ήταν. Άντρακλας! Ψηλός και γεροδεμένος! Και πάντα κατέληγε με τη δήλωση ότι είναι σίγουρη πως θάρθει μια μέρα ο καλός της. Θα έρθει σαν έκπληξη, μας έλεγε, και γι’ αυτό δεν της γράφει.
Σπάνια τα βράδια ερχόταν πραγματικός πελάτης. Πιο πολύ δούλευε την ημέρα.. Και αν τύχαινε κανείς αργοπορημένος μας έκανε νόημα και αποχωρούσαμε. Στη γωνία είχε και μια τηλεόραση που ήτανε μονίμως ανοιχτή, μονίμως στο στρατιωτικό κανάλι της ΥΕΝΕΔ. Όταν έπαιζε τον «Άγνωστο Πόλεμο» μας έδειχνε με το δάχτυλο πάνω στην οθόνη το Γιώργο Τζώρτζη. «Τέτοιας λεβέντης ήταν ο Μπαράχος μου» μας έλεγε. Και όταν καμιά φορά τελείωνε το πρόγραμμα και έπαιζε τον Εθνικό Ύμνο, σηκωνότανε η Ματούλα όρθια σε στάση προσοχής κάτι που κάναμε ασυναίσθητα και μεις από συνήθειο. Μετά φεύγαμε καληνυχτώντας!
Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που έγινε το μοιραίο! Τότε που ένας οδηγός απαντώντας στη γνωστή ερώτηση, είπε: «Ναι έγραψε στον επιλοχία!». Έπεσε η Ματούλα πάνω του κρεμάστηκε από το λαιμό του. «Τι λέει αγόρι μου;» «Πως είναι;»
«Είναι πολύ καλά.» απάντησε ατάραχος αυτός. «Παντρεύτηκε λέει και μια κοπέλα»
Κατέρρευσε η Ματούλα στο πάτωμα, ξέπνοη, αναποδογυρίζοντας το μαγκάλι. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Άλλοι μαζεύαμε από κάτω τις καύτρες και άλλοι πιάνανε τη λιπόθυμη Ματούλα. Ένας του υγειονομικού της έκανε αέρα. Τη βόηθησε και σηκώθηκε. Την έβαλε στην καρέκλα. Μας κοίταζε στο πρόσωπο έναν-έναν και το βλέμμα της όλο σκοτείνιαζε. Κάποια στιγμή άρχισε να χτυπάει τα χέρια της πάνω στα μπούτια της να τινάζει το κεφάλι της πέρα-δώθε και να ουρλιάζει…να ουρλιάζει! Με ένα ουρλιαχτό που πρέπει να έφτασε κάτω στο μακρύ στενό και να βγήκε με φόρα πέρα στο παλιό λιμάνι μέχρι το φάρο και την άγρια θάλασσα: «Έξω κωλόπαιδα από το σπίτι μου! Έξωωωωωωωωω! Να πάτε να γαμηθείτε εσείς και ο Μπαράχος! Έξω ρεεεεε πούστηδεεεεεες!»
Δεν ξαναπήγαμε από εκεί. Μάθαμε όμως πως δεν άνοιξε πια σε στρατιώτες!
 
 
Δημήτρης Κουκουλάς
Μάρτιος 2009