Του Θοδωρή Κόλλια*
Τότε που λέτε στα Χανιά, είμαστε
μια παρέα ντούροι και βαρβάτοι. Η ηλικία άρχιζε από τα δεκαοχτώ του Μανωλιού
του Τσουράκη και κατέληγε στα είκοσι πέντε ημών των αποφοίτων. Αναφερόμαστε στα
χρόνια που υπηρετούσαμε όλοι την πατρίδα στην 115 Π.Μ. στη Σούδα. Ο Μανωλιός λοιπόν
ήταν εθελοντής υποσμηνίας από την Κρήτη. Ήταν αγριοκάτσικο, σκέτο
κρι-κρι. Τώρα το πώς γίναμε τακίμια είναι μια άλλη ιστορία. Οι άλλοι, οι
περισσότεροι ήμασταν μεγαλούτσικοι αφού άλλος έτσι, άλλος αλλιώς είχαμε
αποφοιτήσει από διάφορες σχολές. Μαθηματικό, Οικονομικό, Φυσικό, Ιατρική,
Οδοντιατρική, Πολυτεχνείο, Κτηνιατρική η αφεντιά μου και ο χορός καλά κρατούσε.
Όλοι ήμασταν κληρωτοί και υπηρετούσαμε τη θητεία μας εκτός από το κοπέλι, το
Κρητικάτσι που είχε καταταγεί ως υπαξιωματικός και έναν αξιωματικό της
ένδοξης Ελληνικής Αεροπορίας, τον Κώστα Πισαρίκα. Αυτός ήταν καραμπινάτος
γαλονάς. Για τη γενέτειρά του ακριβώς θα σας γελάσω γιατί η μνήμη κάνει κόνξες.
Κάπου από πάνω την Καρδίτσα πρέπει να ήταν, καμπίσιος, γιατί θυμάμαι πολύ καλά που
έλεγε και υπερηφανευόταν για την καραγκούνικη καταγωγή του. Υποσμηναγός, φίνος
και παιδί τζιμάνι. Λίγο καιρό τον ήξερα αλλά είχαμε γίνει κολλητοί. Τότε είχα
πολλούς κολλητούς. Δεν ξέρω γιατί, ήταν η ηλικία, οι περιστάσεις που μας
έδεναν, τι να πω ; Αργότερα πάντως δύσκολα περνούσα τα όρια της φιλίας με
κάποιον.
Είχα το Γιάννη τον οδοντίατρο, το Γιάννη τον μηχανολόγο, τον
Κίμωνα τον γιατρό μετέπειτα ακτινολόγο στον Ευαγγελισμό, τον Παντελή νοσοκόμο
στην μονάδα, από τα μέρη του Αγρινίου, το Χρήστο το Κάφτη από τα Γιάννενα,
το μαθηματικό Γιώργο από την Κόρινθο και μερικούς άλλους που έχω ξεχάσει
το όνομά τους. Τι να κάνουμε ο χρόνος κυλάει σαν το ποτάμι και τα πρόσωπα
φεύγουν σαν το νερό. Οι πέτρες όταν μένουν ακίνητες χορταριάζουν. Έτσι και οι
γνωριμίες, οι φιλίες και οι αγάπες ακόμη, όταν δεν βλέπονται γρήγορα
ξεχνιούνται. Γεμίζουν χορτάρια λήθης και αμνησίας. Πολλούς από αυτούς τους
θυμάμαι πολύ καλά. Άλλους, βεβαίως λιγότερο, γιατί τους συνάντησα
μετέπειτα ή κι ακόμη συναντιόμαστε σαν φίλοι και άλλους γιατί είχαν μια χτυπητή
ιδιορρυθμία ή μας συνέδεσε ένα ωραίο συμβάν. ¨Όπως λ.χ. ο Γιάννης Καραστόλου, ο
οδοντίατρος, ερχόταν κάθε πρωί στο ιατρείο της μονάδας και επί μια ώρα χτυπούσε
το νεσκαφέ του με μαχαίρι μάλιστα, τάκα-τάκα ώσπου γινόταν άσπρος σαν
αλοιφή. Ή ο μαθηματικός ο Γιώργης Ζαρούλης από την Κόρινθο και μετέπειτα
στέλεχος του ΟΤΕ! Πού να ξεχάσω το Γιώργη που με γλύτωσε από μια επιβάρυνση που
θα μου έριχναν στα αυτιά ίση με δυο βαρέλια λάδι; Ο Γιώργης ήταν συσσιτιάρχης
στα μαγειρεία των σμηνιτών κι εγώ για τρεις μήνες, συσσιτιάρχης στη Λέσχη
Αξιωματικών.